Αναδημοσίευση από το iatropedia.gr
Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Υπέρτασης (ESH) και η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας (ESC) δημοσίευσαν τις νέες κατευθυντήριες οδηγίες (ενημέρωση και επικαιροποίηση αυτών που δημοσιεύτηκαν το 2007) για την αντιμετώπιση της υπέρτασης, απλουστεύοντας τις θεραπευτικές αποφάσεις για τους γιατρούς με τη σύσταση ότι όλοι οι ασθενείς θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με στόχο συστολικής αρτηριακής πίεσης <140 mm Hg. Τι σημαίνει αυτό και ποιες είναι αναλυτικά όλες οι νέες οδηγίες διαβάστε τις, αμέσως. Ειδικά τώρα το καλοκαίρι είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε με την πίεση μας.
Οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες συντάχθηκαν με γνώμονα για τη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας που σχετίζεται με την υπέρταση.
Στις νέες οδηγίες υπάρχει μια μετριοπαθέστερη στάση σε σχέση με τη φαρμακευτική θεραπεία. Έτσι, οι νέες κατευθυντήριες οδηγίες συστήνουν ρητά στους γιατρούς να λαμβάνουν αποφάσεις σχετικά με τις θεραπευτικές στρατηγικές με βάση το συνολικό επίπεδο καρδιαγγειακού κινδύνου του ασθενούς. Μια τέτοια ολοκληρωμένη προσέγγιση θα πρέπει να περιλαμβάνει:
Όπως και στις κατευθυντήριες γραμμές του 2007, οι ασθενείς ταξινομούνται σε τέσσερις κατηγορίες:
Η παρουσία ή απουσία άλλων καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου ή βλάβης /νόσου των οργάνων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στις θεραπευτικές αποφάσεις για τη θεραπεία και διαχείριση της υψηλής αρτηριακής πίεσης ( ένας πλήρης αλγόριθμος αξιολόγησης των κινδύνων περιλαμβάνεται στις κατευθυντήριες γραμμές).
Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές κάνουν εξαιρέσεις για ειδικές ομάδες πληθυσμού, όπως τα άτομα με διαβήτη και οι ηλικιωμένοι.
Για τα άτομα με διαβήτη, η συντακτική επιτροπή των ESH / ESC συνιστά ότι οι γιατροί θα πρέπει να θεραπεύουν τους ασθενείς με στόχο διαστολικής αρτηριακής πίεσης <85 mm Hg.
Σε ασθενείς μεγάλης ηλικίας αλλά κάτω των 80 ετών, η συστολική αρτηριακή πίεση-στόχος θα πρέπει να είναι 140 έως 150 mm Hg, αλλά οι γιατροί μπορούν να επιδιώξουν τιμές συστολικής πίεσης και κάτω από 140 mm Hg, εάν ο ασθενής είναι σε καλή φυσική κατάσταση και υγιής. Η ίδια συμβουλή ισχύει και για τα άτομα >80 ετών, αν και οι γιατροί θα πρέπει επίσης να υπολογίζουν την πνευματική ικανότητα του ασθενούς επιπρόσθετα από τη σωματική υγεία, σε περίπτωση που η στόχευση τεθεί σε επίπεδα κάτω από 140 mm Hg.
Οι νέες κατευθυντήριες γραμμές κάνουν επίσης μια σειρά από προτάσεις για αλλαγή στον τρόπο ζωής για την μείωση της αρτηριακής πίεσης.
Οι γιατροί μπορούν συνήθως να δώσουν λίγους μήνες για αλλαγές στον τρόπο ζωής σε άτομα χαμηλού/ μέτριου κινδύνου, για να προσδιοριστεί το κατά πόσο έχουν αντίκτυπο στην αρτηριακή πίεση. Θα πρέπει να είναι πιο επιθετικοί με υψηλότερου κινδύνου ασθενείς, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η φαρμακευτική θεραπεία ξεκινάει τυπικά μέσα σε λίγες εβδομάδες, εάν δίαιτα και η άσκηση είναι αναποτελεσματικές.
Μια πτυχή που είναι νέα για τις κατευθυντήριες γραμμές για το 2013 είναι η έμφαση στην περιπατητική παρακολούθηση αρτηριακής πίεσης (ABPM).
Ενώ οι εκτός γραφείου μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης εξακολουθούν να είναι το χρυσό πρότυπο για τη διάγνωση της υπέρτασης, οι κατευθυντήριες οδηγίες του 2013 είναι οι πρώτες που εξετάζουν τις μετρήσεις της αρτηριακής πίεσης μακριά από το ιατρικό περιβάλλον στο μοντέλο διαστρωμάτωσης του κινδύνου. Οι δύο μέθοδοι δεν είναι ακριβώς το ίδιο, παρέχουν διαφορετικές πληροφορίες και θα πρέπει να θεωρηθούν ως συμπληρωματικές.
Στοιχεία από μεμονωμένες μελέτες και μετα-αναλύσεις δείχνουν ότι η κύρια ευεργετική πτυχή της θεραπείας της υπέρτασης είναι αυτή καθαυτή η πτώση της αρτηριακής πίεσης, παρά το με ποιο θα επιτευχθεί. Οι κύριες κατηγορίες φαρμάκων – διουρητικά, β-αποκλειστές, αναστολείς διαύλων ασβεστίου, αναστολείς ΜΕΑ και αποκλειστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης (ARB) – όλα μειώνουν την αρτηριακή πίεση και έχουν παρόμοια αποτελέσματα όσον αφορά τη μείωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων.
Οι κατευθυντήριες γραμμές επιβεβαιώνουν τη σημασία της θεραπείας με συνδυασμό φαρμάκων κυρίως επειδή δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πολλοί ασθενείς χρειάζονται περισσότερα από ένα φάρμακο για να ελέγξουν την αρτηριακή τους πίεση.
Οι ESH / ESC κατευθυντήριες οδηγίες δεν συνιστούν διπλό αποκλεισμό στο σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης (RAS) – ARBs , αναστολείς ΜΕΑ, και άμεσων αναστολέων της ρενίνης – στην κλινική πράξη, λόγω των ανησυχιών για υπερκαλιαιμία, χαμηλή αρτηριακή πίεση και νεφρική ανεπάρκεια (μια μετα-ανάλυσης του BMJ το 2013 δείχνει έναν αυξημένο κίνδυνο όταν ARBs και αναστολείς ΜΕΑ χρησιμοποιούνται μαζί).
Όσον αφορά το σήμα ότι οι ανταγωνιστές των υποδοχέων αγγειοτενσίνης συνδέονται με την εμφάνιση καρκίνου που έχει προκύψει πρόσφατα , η επιτροπή δηλώνει κατηγορηματικά ότι ο κίνδυνος αυτός έχει διαψευσθεί. Η αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων και η επανεξέταση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και οι δύο κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου
Πρόσφατα σχόλια